- πετροβολια
- πετροβολίαπετρο-βολίαἥ метание камней Xen.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
πετροβολία — ἡ, ΜΑ [πετροβόλος] η βολή πετρών, η ρίψη λίθων κατά τη μάχη … Dictionary of Greek
πετροβολίας — πετροβολίᾱς , πετροβολία stoning fem acc pl πετροβολίᾱς , πετροβολία stoning fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)